Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Η ραψωδία τού γυμνού φωτός

I

Είμαστε εμείς που κλάψαμε πάνω απ' τη θάλασσα
εμείς που μετρήσαμε τη θάλασσα σταγόνα τη σταγόνα
εμείς που χαράξαμε τα χνάρια μας πλάι στη βροχή
για να στεριώσουμε τούτο το γεφύρι στις δυο άκρες τού ορίζοντα.

Όνειρο λέφτερο στην κυριαρχία των ανέμων
όνειρο μοιρασμένο σ' όλες τις φωνές
για να ξανασυνθέσουμε το πρόσωπο της θάλασσας
πίσω απ' το τελευταίο σύνορο.

Τώρα για να περάσεις τούτο το ακρογιάλι
για να κοιμίσεις το πένθος μετρημένο με τα δάχτυλα της βραδιάς
αγρύπνησε τη φλόγα σου πάνω απ' τη δόξα
με τις περιπλανήσεις με τις επιστροφές
πάντα στο ίδιο σημείο ενός έκθαμβου αγγέλου
που κάθε τόσο αθετεί μ' έκταση την πληγή του.

Μέσα στο δάσος ονειρεύονται τ' αγάλματα
και μιλούν τη φωνή μας
και μιλάμε τη φωνή τής αυριανής αγάπης
ανάμεσα στα χρώματα του δειλινού και στα νερά
που δε μπορούν να φυγαδέψουν τη μορφή τους απ' τα χέρα μας.
Μα δε σου φτάνει ο ίσκιος σου στο χώμα.
Το χώμα κι ο ίσκιος σου δεμένα μες στο φως
κι ο ουρανός που επαληθεύει τα μεγάλα βήματα μες στο τραγούδι μας -
στο ίδιο τραγούδι θάνατος και αθανασία.

Από τη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα [Α' Τόμος] (1978)

Εαρινή συμφωνία


XVI

Χαρά χαρά.
Δε μας νοιάζει
τι θ' αφήσει το φιλί μας
μέσα στο χρόνο και στο τραγούδι.

Αγγίξαμε
το μέγα άσκοπο
που δε ζητά το σκοπό του.

Ο Θεός
πραγματοποιεί τον εαυτό του
στο φιλί μας.
Περήφανοι εκτελούμε
την εντολή τού απείρου.

Ένα μικρό παράθυρο
βλέπει τον κόσμο.
Ένα σπουργίτι λέει
τον ουρανό.
Σώπα.

Στην κόγχη των χειλιών μας
εδρεύει το απόλυτο.

Σωπαίνουμε κι ακούμε
μες στο γαλάζιο βράδυ
την ανάσα τής θάλασσας
καθώς το στήθος κοριτσιού ευτυχισμένου
που δε μπορεί να χωρέσει
την ευτυχία του.

Ένα άστρο έπεσε.
Είδες;
Σιωπή.
Κλείσε τα μάτια.

Από τη συγκεντρωτική έκδοση Ποιήματα [Α' Τόμος] (1978)